δεν ειναι δικο μου αλλα νομιζω οτι τα λεει σωστα…..

Ακούω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα των νέων μας σήμερα είναι η ανεργία.
Διαφωνώ.
Εδώ και τριάντα χρόνια είναι η εργασία. Ο νέος δεν φοβάται την αναδουλιά,
φοβάται τη δουλειά. Μια οικογενειακή αντίληψη, ότι δουλειά είναι ό,τι δεν
λερώνει και δεν κουράζει, επεκτάθηκε και στο σχολείο με ευθύνη των
κομμάτων, που για λόγους ψηφοθηρίας απεδύθησαν σε μια χυδαία πολιτική
παιδοκολακείας, η οποία μετά την δικτατορία εξέθρεψε και διαμόρφωσε δύο
γενιές «κουλοχέρηδων», παιδιών δηλαδή που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν
τα χέρια τους -πέρα από το φασκέλωμα- για καμμιά εργασία από αυτές που
ονομάζονται χειρωνακτικές, επειδή,τάχα, είναι ταπεινωτικές !

Κι ας βρίσκεται μέσα στη λέξη «χειρώναξ», σαν δεύτερο συνθετικό το «άναξ»,
που σημαίνει τον δουλευτή, τον άνα*κτα χειρών, βασιλιά στο χώρο του,
βασιλιά στο σπιτικό του, νοικοκύρη δηλαδή, λέξη άλλοτε ιερή που
ποδοπατήθηκε κι αυτή μεσ' στην ασυναρτησία μιας πολιτικής που έδειχνε
αριστερά και συλλογιζόταν λαϊκίστικα. Γι' αυτό τουμπάραμε.

Ας βάλουμε λοιπόν τα πράγματα στη θέση τους. Η ανεργία στο τόπον μας είναι
επιλεκτική, δουλειές υπάρχουν, αλλά δεν υπάρχουν χέρια να τις δουλέψουν.
Κι έπρεπε να κατακλυσθεί ο τόπος από 1,5 εκατομμύριο μετανάστες, για να
αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα υπήρχε δουλειά πολλή, αλλ' όχι διάθεση για
δουλειά. Τα παιδιά -τα μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας-είχαν γαλουχηθεί
με τη νοοτροπία του «White collar workers». Έτσι σήμερα το πιο φτηνό
εργατικό και υπαλληλικό δυναμικό είναι οι πτυχιούχοι, που ζητούν εργασία
ακό*μη και στον ΟΤΕ ως έκτακτοι τηλεφωνητές, προσκομίζοντας στα
πιστοποιητικά προσόντων ακόμη και διδακτορικά!

Γέμισε ο τόπος ΑΕΙ και ΤΕΙ, σχολές επί σχολών, επιστημονι*κούς κλάδους
αόριστους, ομιχλώδεις και ασαφείς, απροσδιορίστου αποστολής και
χρησιμότητας. Πτυχία-φτερά στον άνεμο, σαν τις ελπίδες των γονιών, που
πιστεύουν ότι τα παιδιά και μόνον με τα «ντοκτορά» θα βρουν δουλειά. Έτσι
παράγονται επιστήμονες που είναι δεκαθλητές του τίποτα, ικανοί μόνο για
διορισμό στο δημόσιο. Παρ' όλο που γέμισε η χώρα μας τεχνικές σχολές (τι
ΤΕΛ, τι ΤΕΙ, τι ΙΕΚ!) οι νέοι μας είναι οι πιο άτεχνοι της Ευρώπης.
Παίρνουν πτυχίο τεχνικής σχολής και δεν έχουν πιάσει στο χέρι τους ούτε
κατσαβίδι. Δεν γνωρίζουν να διορθώσουν μια βλάβη στο αυτοκίνητό τους, στο
ραδιόφωνο ή στο τηλέφωνό τους. Είναι άχεροι, ουσιαστικά χωρίς χέρια. Τώρα
με τα ηλεκτρονικά ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να διαβάζουν, εκτός φυσικά
από «μηνύματα» του αφόρητου «κινητού» τους.

Τούτη η παιδεία, που όχι μόνο παιδεία δεν είναι, αλλ' ούτε καν εκπαίδευση,
αφού δεν καλλιεργεί κάποια άλλη δεξιότητα, εκτός από τη ραθυμία, την
αναβλητικότητα και το φόβο της δουλειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί τον νέο
εσωτερικά αλλά τον πετρώνει δημιουργικά σαν τα παιδιά της Νιόβης.
Μετατρέπει τους σπουδαστές σε άχρηστα όντα για παραγωγική εργασία, γιατί ο
θεσμός της παπαγαλίας και η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, τους
αφαιρεί την αυτενέργεια, τη πρωτοβουλία, τη φαντασία και τη πρωτοτυπία.

Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά πως να μαθαίνουν, τα νεκρώνει
πνευματικά. Δεν τα μαθαίνει πως να σκέπτονται αλλά με τι να σκέπτονται.
Έτσι τα κάνει πτυχιούχους βλάκες. Βάζει όρια στον ορίζοντα της σκέψης και
των ενδιαφερόντων. Τα χαμηλοποιεί. Τα κάνει να βλέπουν σαν τα σκαθάρια
κοντά, κι όχι να θρώσκουν άνω, να έχουν έφεση για κάτι πιο πέρα, πιο τρανό
και πιο μεγάλο. Το έμβλημα πια του ελληνικού σχολείου δεν είναι η γλαύξ,
είναι ο παπαγάλος, ο μαθητής-βλάξ που καταπίνει σελίδες σαν χάπια και που
θεωρεί ως σωστό ό,τι γράφει το σχολικό. Και το λεγόμενο «σχολικό» είναι
συνήθως αισχρό και ως λόγος και ως περιεχόμενο. Και τολμώ να λέγω αισχρό,
διότι πρωτίστως το «Αναγνωστικό» που πρέπει να είναι ευαγγέλιο πνευματικό
ειδικά στο Δημοτικό, αντί να καλλιεργεί την αγάπη για τη δουλειά,
καλ
λιεργεί την απέχθεια. Ο κριτικός νούς δεν καλλιεργείται, απουσιάζει.

Για χρόνια διαπιστώνουμε πως δεν πάει καλά η οικονομία. Μα πως να πάει,
όταν με τη ναυτι*λία που προσφέρει το 8-9% του ΑΕΠ ασχολείται πια μόνο το
0,5% του ενεργού πληθυσμού των Ελλήνων; Κι όσο πάει μειώνεται. Διερωτώμαι,
τί είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε την θάλασσα και στα
ελληνικά καράβια κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αιγύπτιοι, Πακιστανοί και λοιποί
εργατικοί συμπαθείς Ασιάτες και Αφρικανοί; Τα δε ναυπηγεία μας, που κάποτε
άκμαζαν, το εξολοθρεύσαμε πλήρως, χάρις στους συνδικαλιστάδες. Το σχολείο
καλλιεργεί την έφεση για τη τεμπελιά, όχι για τη δουλειά.

Τα πανεπιστήμια και οι ποικιλώνυμες σχολές επαυξάνουν την έφεση αυτή.
Πράγματα που μπορούν να διδαχθούν εντός εξαμήνου -και μάλιστα σε
σεμιναριακού τύπου μαθήματα- απαιτούν τετραετία! Αποφοιτούν τα παιδιά από
τις σχολές και δικαίως ζητούν εργασία με βάση τα «προσόντα» τους, αλλά
εργασίες που να αναζητούν τα προσόντα τους δεν υπάρχουν. Που θα βρουν
δου
λειά; Εαν όμως το σχολείο από το Δημοτικό καλλιεργούσε τη τόλμη, την
αυτενέργεια, , την ανάληψη ατομικών ευθυνών, τη κριτική σκέψη, την αγάπη
για το επιχειρείν, την οποιαδήποτε δουλειά ακόμη και του πλανόδιου
γαλατά, εάν επιβρά
βευε τη πρωτοβουλία, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα
Ελντοράντο, όπως έγινε για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγάρους, Πολωνούς,
Γεωργιανούς, Αιγυπτίους, Πακιστανούς και Ουκρανούς. Σήμερα αυτοί είναι η
εργατική και πιθανώς αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδος.

Και οι Έλληνες, αφήνοντας την πατρώα γη στα χέ*ρια των Αλβανών που τη
δουλεύουν, την πατρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων που τη ψαρεύουν, θα
μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ, ή θα αναζητούν δουλειά στην
Αλβανία, που ξεπερνά σε νόμιμη και παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα
όλες τις χώρες της Βαλκανικής. Γέμισαν τα Τίρανα ουρανοξύστες, κτήρια
γιγάντια, κακόγουστα μεν, σύγχρονα δε. Περίπου 100 ιδιωτικά σχολεία
λειτουργούν στην πρωτεύουσα της χώρας των αετών.

Εμείς αφήσαμε αδιαπαιδαγώγητη την εργατική και την αγροτική τάξη. Στην
πρώτη περάσαμε σαν ιδεολογία-θεολογία το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του
εργάτη» και υποχρεώσαμε πλήθος επιχειρήσεις να κλείσουν ή να μεταφερθούν
άλλου. Μετά διαφθείραμε τους αγρότες με παροχές απο τις κοινοτικές
ενισχύσεις, χωρίς υποχρεώσεις και τους δημιουργήσαμε νοοτροπία μαχαραγιά.
Γέμισε η επαρχία με «Κέντρα Πολιτισμού», όπου «μπαγιαντέρες» κάθε λογής
άναβαν πούρο με φωτιά πεντοχίλιαρου! Τα τετρακίνητα παρκαρισμένα έξω από
τα ξενυχτάδικα και οι αλλοδαποί στα χωράφια. Ο μαχαραγιάς καταδεχόταν να
συνοδεύσει μόνο το γεωπόνο, που ερχόταν να "καταγράψει" τα κοπάδια ή τη
σοδειά, που θα πεταχτεί στη χωματερή ή θα αποζημιωθεί γιατί
"καταστράφηκε".

Είναι θλιβερή η εικόνα που παρουσιάζει σήμερα, παρουσίαζε χθες και θα
παρουσιάζει κι αύριο η ελληνική κοινωνία: να υπάρχουν άνθρωποι άνω των 65
ετών, άνω των 70 ετών, που, ενώ έχουν συνταξιοδοτηθεί, εργάζονται
νυχθημερόν, για να συντηρούν τα παιδιά τους, μέχρι να τελειώσουν τις
ατελείωτες σπουδές τους, τα παιδιά που λειώνουν τα νιάτα τους στα
«κηφηνεία», που πάνε σπίτι τους να κοιμηθούν την ώρα που οι Αλβανοί πάνε
για δουλειά. Όταν μικροί -ακόμη στο Δημοτικό- μαθαίναμε απέξω τον Τυρταίο
(ποιος τολμά σήμερα να διδάξει Τυρταίο;) δεν τον μαθαίναμε για να γίνουμε
πολεμοχαρείς αλλά για να νοιώθουμε ντροπή, όταν στην μάχη της ζωής, στην
πρώτη γραμμή είναι οι παλαιότεροι, οι «γηραιοί» και οι νέοι κρύβο
νται
πίσω από τη σκιά τους. «Αισχρόν γαρ δη τούτο. κείσθαι πρόσθε νέων άνδρα
παλαιότερον».

Σήμερα, βέβαια, οι χειρωνακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ'
αποκλειστικότητα από ξένους. Στις οικοδομές μιλούν αλβανικά, στα χωράφια
πακιστανικά. Σε λίγο οι χειρωνακτικές επιχειρήσεις θα περάσουν στα χέρια
των Κινέζων που κατασκευάζουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών
ειδών που θυμίζουν Ελλάδα. Ακόμη και τις σημαίες μας στην Κίνα τις
φτιάχνουν! Εμείς «φτιάχνουμε» τη ζωή μας στην τηλοψία, που δίνει τα
μοντέρνα πρότυπα οκνηρίας στη νεολαία, ποθούμε μια χρυσίζουσα ζωή σαν
αυτήν που προσφέρει το «γυαλί», αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις,
κάνουμε διακοπές με «διακοποδάνεια», εορτάζουμε με «εορτοδάνεια» και
πεθαίνουμε με «πεθαμενοδάνεια».Και τώρα που η οικονομική συγκυρία δεν
επιτρέπει τη συνέχιση του πάρτυ με τα δανεικά, καθυβρίζουμε τους πιστωτές
μας, γιατί αρνούνται να συνεχίσουν να μας διαφθείρουν ή ζητούν εγγυήσεις
για να το πράξουν. Έλεγε ο Φωκίων, που πλήρωσε τέσσερεις δραχμές την
δεύτερη δόση του κωνείου που χρειαζόταν για να «απέλθει», πως στην Αθήνα
δεν μπορεί ούτε δωρεάν να πεθάνει κανείς. Έπρεπε να ζούσε τώρα.

Δυστυχώς, το σχολείο, οι σχολές και τα ΜΜΕ σακάτε*ψαν και σακατεύουν τη
νεολαία. Της μιλούν συνεχώς για τα δικαιώματά της -δικαιώματα στην
τεμπελιά και στις απαιτήσεις- και ποτέ για υποχρεώσεις, ποτέ για χρέος,
ποτέ για ευθύνες, ποτέ για προσπάθεια, ποτέ για καθήκον. Το καθήκον έγινε
άγνωστη λέξη.