Μια πραγματική, διδακτική ιστορία:
Ο γείτονάς μου ο Κυρ Γιώργος, ήταν ένας ήσυχος άνθρωπος, συνταξιούχος που ζούσε με τα λουλούδια του κήπου του και τα καναρίνια του. Είχε φάει τη ζωή του, ανακατεύοντας τα υλικά της ζαχαροπλαστικής και φτιάχνοντας λουκούμια και χαλβαδόπιττες.
Ξεκίνησε στην κατοχή σε ένα ορφανοτροφείο της Σύρου, πείνα και φτώχια. Κάποια στιγμή πήγε βοηθός σε ένα ζαχαροπλαστείο και τελικά έγινε ζαχαροπλάστης.
Πρίν κάποια χρόνια αρχήσαμε να μιλάμε για τα πουλάκια του και τελικά μου μίλησε και για τη ζωή του, για την κόρη του που έφυγε στην Αθήνα, για την γυναίκα του, που όλα τα λεφτά της τα έδωσε στον αδελφό της κλπ. Η μόνη περιουσία του, ήταν το σπίτι που είχε και ένα εξοχικό με κτήμα, που είχε τάξει στην κόρη του. Πρόπερυσι θέλησε να κάνει κάποιες επισκευές στο σπίτι του που είχε γεμίσει υγρασία. Ξεκίνησε, αλλά το ένα μερεμέτι έφερε το άλλο και τα λεφτά τελείωσαν. Τηλεφωνεί στην κόρη του να στείλει μερικά, (άλλωστε το δικό της σπίτι έφτιαχνε), η κόρη του όμως του λέει "δεν έχω, κρίση κλπ". Πάει ο γεράκος στο μεσίτη, χωρίς να πεί τίποτα σε κανένα και πουλάει το εξοχικό με το κτήμα. Εξόφλησε τους μάστορες, του έμειναν κάποιες χιλιάδες ευρώ (πάνω απο 100.000 λέγεται). "Εκεί που τα έκρυψα, δεν πρόκειται να τα βρεί κανείς", είπε στο φίλο του και μετά απο δύο μήνες πέθανε.
Σήμερα, περίπου 2 χρόνια μετά, η κόρη του και η γυναίκα του ακόμη ψάχνουν, "που τα έβαλε ο παλιόγερος….......βρε που τα έκρυψε ο άχρηστος......." λένε αυτές και ο κυρ Γιώργης απο εκεί που βρίσκεται τις ακούει και ξελιγώνεται στα γέλια!!